Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

Ο ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ

                

Απόψε ο εκατόνταρχος φάνηκε σιωπηλός.
Και βλοσυρά περνώντας 
μπροστά από την παράταξη των στρατιωτών,
κοιτούσε 
με μάτι αγριεμένο τις ασπίδες.
Σταμάτησε στη μέση. Μαχητές, μας είπε,
ο άθλιος σφετεριστής του θρόνου,
ο σκοτεινός συγγενοκτόνος,
πέρασε στη νίκη. 
Κι' αφού
σε τέτοιο πλέον αντίστρατο στρατό
να μείνω δεν αρμόζει στην τιμή μου
κι' αφού χωρίς στρατό η ζωή μου θα 'ναι άδεια,
το κοντοσπάθι μου τη λύση θα μου δώσει
διαπερνώντας σύσαρκα το γέρικο κορμί.
Μα πρίν η θεία πυρά τη σάρκα μου τυλίξει
κι' οβολοδέκτης ο βαρκάρης του Αχέροντα,
με τα πορθμεία στο χέρι,
κωπηλατώντας μ' οδηγήσει στον Άδη,
μια χάρη θα ζητήσω :
Αν κάποτε πικράθηκε κανείς
με λόγον εδικό μου ή πράξη
ας συγχωρήσει τ' άξεστό μου στόμα, τα χέρια, το μυαλό.
Χωριάτης είμαι. Τους βαθμούς τους πήρα μεσ' στη μάχη,
σε μάχες για πατρίδα, για θεούς. 
Κι' ακόμη,
συμμαχητές μου εσείς παλαίμαχοι της Ρώμης,
αν ποτέ σας ρωτήσει η Ιστορία,
να μην ντραπείτε
πως πολεμήσατε υπερήφανα να πείτε
τον άθλιο σφετεριστή του θρόνου,
το σκοτεινό συγγενοκτόνο, τότε
στην τελευταία μάχη των εθνών με τους μισάνθρωπους
κι'  "εν τούτω νίκα" σταυρωτήδες της ζωής...